κλαούνια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
(Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
κλαούνια ουδέτερο
- (επτανησιακό ιδίωμα) κλάμα, κλάματα (όπως στο κεφαλλονίτικο ιδίωμα)
(Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
κλαούνια ουδέτερο