κουτρώ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κουτρώ < μεσαιωνική ελληνική κουτρώ < κούτρα < λατινική scutra
Ρήμα[επεξεργασία]
κουτρώ
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κουτρώ
|