μαροκέν

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μαροκέν < (άμεσο δάνειο) γαλλική maroquin

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μαροκέν ουδέτερο άκλιτο

  • ύφασμα ή ειδικό χαρτί που μοιάζει με το μαροκινό δέρμα

Μεταφράσεις[επεξεργασία]