μεθυλικών
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]μεθυλικών
- γενική πληθυντικού του μεθυλικός
- γενική πληθυντικού του μεθυλική
- γενική πληθυντικού του μεθυλικό