μούττη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈmu.tʰːi/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μούττη θηλυκό

Παράγωγα[επεξεργασία]

Τοπωνύμια που παράγονται από το μούττη:[1]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Βλ. λήμμα μούττη, ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια Polignosi (Τράπεζα Κύπρου και εφ. Πολίτης)· πρόσβαση: 2022-09-29.

Πηγές[επεξεργασία]