παραφουσκώνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
παραφουσκώνω < παρα- + φουσκώνω

παραφουσκώνω, παθ.φωνή παραφουσκώνομαι, μτχ. παθ. παρακ. παραφουσκωμένος

Εκφράσεις

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]