πλυθείτε
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
πλυθείτε
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος πλένομαι
- θα πλυθείτε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος πλένομαι
- β' πληθυντικό προστακτικής αορίστου του ρήματος πλένομαι