προικοδότησις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- προικοδότησις < προικοδοτῶ (κλίση -έω), προικοδοτη- + -σις (-ησις)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
προικοδότησις θηλυκό
Συγγενικά[επεξεργασία]
→ και δείτε τη λέξη προίξ
Πηγές[επεξεργασία]
- προικοδότησις - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)