πρωτοϊνδοευρωπαϊκής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
πρωτοϊνδοευρωπαϊκής
- γενική ενικού, θηλυκού γένους (πρωτοϊνδοευρωπαϊκή) του πρωτοϊνδοευρωπαϊκός
πρωτοϊνδοευρωπαϊκής