στερρώς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
στερρώς < αρχαία ελληνική στερρῶς < στερρός

Επίρρημα

[επεξεργασία]

στερρώς

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]
  • στερρώς - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)