συγκριτικός τελεστής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- συγκριτικός τελεστής < → δείτε τις λέξεις συγκριτικός και τελεστής < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική comparison operator
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]συγκριτικός τελεστής
- (πληροφορική, προγραμματισμός) βλ. συνώνυμο τελεστής σύγκρισης
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] συγκριτικός τελεστής