σωκρατικοί
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | οι | σωκρατικοί | ||
γενική | των | σωκρατικών | ||
αιτιατική | τους | σωκρατικούς | ||
κλητική | σωκρατικοί | |||
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- σωκρατικοί < ουσιαστικοποιημένο αρσενικό του επιθέτου σωκρατικός
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]σωκρατικοί αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- ενίοτε απαντά και ο ενικός αριθμός σωκρατικός
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] σωκρατικοί
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]σωκρατικοί
- ονομαστική και κλητική πληθυντικού του σωκρατικός