τραπεζοκόμοι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]τραπεζοκόμοι αρσενικό ή θηλυκό
- ονομαστική και κλητική πληθυντικού του τραπεζοκόμος
τραπεζοκόμοι αρσενικό ή θηλυκό