τρισχίλιοι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /tɾiˈsçi.li.i/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : τρι‐σχί‐λι‐οι
Αριθμητικό[επεξεργασία]
τρισχίλιοι
- (παρωχημένο) οι τρεις χιλιάδες
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τρισχίλιοι
|