τσακίδια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- τσακίδια < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
τσακίδια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- συνήθως χρησιμοποιείται μόνο σαν επιφωνηματικό: "τσακίδια!" ή (πήγαινε/άντε) "στα τσακίδια!"
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τσακίδια
|