τσιόφτα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τσιόφτα < κεφτές στην κυπριακη διαλεκτο: "κκιοφτες" (με προφορά:) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

τσιόφτα (κυπριακά) θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]