φελιζόλ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- φελιζόλ < από την ονομασία εμπορικού προϊόντος
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]φελιζόλ ουδέτερο άκλιτο
- ελαφρύ άσπρο υλικό φτιαγμένο από πλαστικούς κόκκους· χρησιμοποιείται για τη θερμομόνωση κτηρίων και για την προστασία εύθραυστων αντικειμένων κατά την μεταφορά τους, η διογκωμένη πολυστερίνη
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- φελιζόλ στη Βικιπαίδεια