φονταμενταλισμοί
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
φονταμενταλισμοί αρσενικό
- ονομαστική και κλητική πληθυντικού του φονταμενταλισμός
φονταμενταλισμοί αρσενικό