χλαμυδουργός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χλαμυδουργός < χλαμύς και ἔργον

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

χλαμυδουργός-οῦ αρσενικό