χλωρίωσις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χλωρίωσις < → δείτε τη λέξη χλωρίωση

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

χλωρίωσις θηλυκό