ψυχομαχώντας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Μετοχή[επεξεργασία]
ψυχομαχώντας άκλιτο
- μετοχή ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος ψυχομαχώ
- ↪ Ζήτησε ψυχομαχώντας να μιλήσει για τελευταία φορά στο παιδί της.