кесаҙна
Εμφάνιση
Μπασκίρ (ba)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /kɪ̞.säðˈnä/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ке‐саҙ‐на
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]кесаҙна (kesaðna)
кесаҙна (kesaðna)