птица
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Βουλγαρικά
(bg)
[
επεξεργασία
]
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
птица
(bg)
θηλυκό
πουλί
,
πτηνό
Κατηγορίες
:
Βουλγαρική γλώσσα
Ουσιαστικά (βουλγαρικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
Νέα συντακτών
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
العربية
Azərbaycanca
Беларуская
Български
Čeština
Cymraeg
Dansk
Deutsch
ދިވެހިބަސް
English
Esperanto
Español
Eesti
Euskara
Suomi
Na Vosa Vakaviti
Français
Gaelg
Magyar
Հայերեն
Ido
Íslenska
ᐃᓄᒃᑎᑐᑦ / inuktitut
日本語
ಕನ್ನಡ
한국어
Kurdî
Кыргызча
Latina
Lëtzebuergesch
Limburgs
Lietuvių
Latviešu
Malagasy
Māori
Nederlands
Norsk nynorsk
Norsk
Polski
پښتو
Português
Română
Русский
Sängö
Slovenčina
Gagana Samoa
Soomaaliga
Shqip
Српски / srpski
Svenska
Kiswahili
தமிழ்
ไทย
Türkçe
ئۇيغۇرچە / Uyghurche
Українська
Oʻzbekcha / ўзбекча
Tiếng Việt
中文