Μετάβαση στο περιεχόμενο

חסר רחמים

Από Βικιλεξικό

Εβραϊκά (he)

[επεξεργασία]

Επίθετο

[επεξεργασία]

חסר רחמים (he) (khasár rakhamím) αρσενικό

  1. ανελέητος
  2. αδυσώπητος