زیتون
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περσικά (fa)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- زیتون < (άμεσο δάνειο) αραβική زيتون (zaytūn)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
زیتون (fa) (μεταγραφή: zeytun)
- ελιά (ο καρπός του ελαιόδεντρου)