ἀκαχμένος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

Μετοχή υποθετικού ρήματος *ἄκω < ἀκή

Μετοχή

[επεξεργασία]

ἀκαχμένος -η -ον