ἐρκτή

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

→ λείπει η κλίση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ἐρκτή < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ἐρκτή, -ῆς θηλυκό

  • ιωνικός τύπος του εἱρκτή
    5ος πκε αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, στη Βικιθήκη
    • 4 (Μελπομένη), 146.2
      τοῖσι ὦν Λακεδαιμονίοισι ἔδοξε αὐτοὺς ἀποκτεῖναι, συλλαβόντες δέ σφεας κατέβαλον ἐς ἐρκτήν.
      Οι Λακεδαιμόνιοι λοιπόν αποφάσισαν να τους σκοτώσουν· τους έπιασαν και τους έβαλαν στη φυλακή·
      Μετάφραση (1992): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
    • 4 (Μελπομένη), 146.3
      ἐπεὶ ὦν ἔμελλόν σφεας καταχρήσεσθαι, παραιτήσαντο αἱ γυναῖκες τῶν Μινυέων, ἐοῦσαι ἀσταί τε καὶ τῶν πρώτων Σπαρτιητέων θυγατέρες, ἐσελθεῖν τε ἐς τὴν ἐρκτὴν καὶ ἐς λόγους ἐλθεῖν ἑκάστη τῷ ἑωυτῆς ἀνδρί.
      ενώ λοιπόν ήταν να τους εκτελέσουν, οι γυναίκες των Μινύων, που ήταν ντόπιες και θυγατέρες των προεστών της Σπάρτης, ζήτησαν τη χάρη να μπουν στη φυλακή και να συζητήσει η καθεμιά τους με τον άντρα της.
      Μετάφραση (1992): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr