ἕνεκα ἀργυρίου

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἕνεκα, ἀργυρίου (γενική του ἀργύριον)

Έκφραση[επεξεργασία]

ἕνεκα ἀργυρίου

  • ένεκα χρημάτων, για τα χρήματα
    ※  Καλλικρατίδας δὲ ἀχθεσθεὶς τῇ ἀναβολῇ καὶ ταῖς ἐπὶ τὰς θύρας φοιτήσεσιν ὀργισθεὶς καὶ εἰπὼν ἀθλιωτάτους εἶναι τοὺς Ἕλληνας, ὅτι βαρβάρους κολακεύουσιν ἕνεκα ἀργυρίου
    Ο Καλλικρατίδας ενοχλήθηκε με την αναβολή και, θυμωμένος που τον άφηναν να περιμένει στους προθαλάμους, είπε πως είχαν καταντήσει αξιολύπητοι οι Έλληνες, να κολακεύουν τους βαρβάρους για χρήματα
    Ξενοφῶν, Ἑλληνικά, Βιβλίο Α΄ VI, 7, μετάφραση: Ρόδης Ρούφος @greek‑language.gr