ἱεροθήκη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἱεροθήκη < ἱερός + θήκη

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ἱεροθήκη

  1. θήκη ιερών αντικειμένων
  2. χώρος αποθήκευσης ιερών αντικειμένων