Jugendliche
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]der Jugendliche (de) αρσενικό
- ο νέος
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]die Jugendliche (de) θηλυκό
- η νέα