Kochtopf
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈkɔxˌtɔp͡f/
- ⓘ
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Koch‐topf
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Kochtopf (de) αρσενικό
Kochtopf (de) αρσενικό