Wetteraussichten
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Wetteraussichten (de) θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη Wetter
Wetteraussichten (de) θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό