abecadło
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˌabɛˈt͡s̑adwɔ/
- ⓘ
Ετυμολογία [επεξεργασία]
abecadło (pl) < λατινική abecedarium
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
abecadło (pl) ουδέτερο
- το αλφάβητο