actinomycète

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
actinomycète < actino- + -mycète

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
actinomycète actinomycètes

actinomycète (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]