adulterare
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- adulterare < λατινική adulterare
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /a.dul.teˈra.re/
Ρήμα
[επεξεργασία]adulterare (it)
Πηγές
[επεξεργασία]- adulterare - Vocabolario Treccani online, Istituto della Enciclopedia Italiana (Istituto Treccani).