alogique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
alogique | alogiques |
Επίθετο
[επεξεργασία]alogique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
alogique | alogiques |
alogique (fr) αρσενικό ή θηλυκό