alphanumeric
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- alphanumeric < alpha(betic) + numeric
Επίθετο
[επεξεργασία]alphanumeric (en)
Συνώνυμα
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]alphanumeric (en)
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Υπερώνυμα
[επεξεργασία]Υπώνυμα
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
alphanumeric στην αγγλική Βικιπαίδεια