Μετάβαση στο περιεχόμενο

alpiniste

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
alpiniste alpinistes

alpiniste (fr) αρσενικό ή θηλυκό