apéro
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- apéro < apéritif
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
apéro | apéros |
apéro (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
apéro | apéros |
apéro (fr) αρσενικό