aphrodisiaque
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
aphrodisiaque | aphrodisiaques |
Επίθετο
[επεξεργασία]aphrodisiaque (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
aphrodisiaque | aphrodisiaques |
aphrodisiaque (fr) αρσενικό ή θηλυκό