arthropathie
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
arthropathie | arthropathies |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]arthropathie (fr) θηλυκό
- (ιατρική) η αρθροπάθεια
ενικός | πληθυντικός |
arthropathie | arthropathies |
arthropathie (fr) θηλυκό