artifact
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
artifact | artifacts |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]artifact (en)
- αμερικανική γραφή του artefact
- ⮡ It’s not a museum per se, but they do have some interesting artifacts.
- Δεν είναι μουσείο καθαυτό, αλλά έχουν μερικά ενδιαφέροντα αντικείμενα.
- ⮡ It’s not a museum per se, but they do have some interesting artifacts.