artefact

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

artefact (en) (βρετανική γραφή)

  1. αντικείμενο κατασκευασμένο από τον άνθρωπο, προϊόν του τεχνικού πολιτισμού του

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

  • artifact (αμερικανική γραφή)