asunder

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /əˈsʌndə/ (ΗΒ)

Επίρρημα

[επεξεργασία]

asunder (en)

  1. χώρια, χωριστά
  2. σε χωριστά κομμάτια
he tore the book asunder - έσκισε το βιβλίο σε κομμάτια