at the longest

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

at the longest < → δείτε τις λέξεις at, the και longest

Έκφραση[επεξεργασία]

at the longest (en)

  • (ιδιωματισμός) το πολύ-πολύ, για να δηλωθεί ανώτατο χρονικό όριο
    I will be away for one week, ten days at the longest.
    Θα λείψω μια βδομάδα, δέκα μέρες το πολύ-πολύ.

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]