automatically
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | automatically |
συγκριτικός | more automatically |
υπερθετικός | most automatically |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈɔːtəʊˌmæt.ɪk(.ə)li/ & /ˈɔːtəˌmætɪk(.ə)li/ (βρετανικό)
Επίρρημα
[επεξεργασία]automatically (en)