autotomie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
autotomie autotomies

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

autotomie (fr) θηλυκό