autotrophie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
autotrophie | autotrophies |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
autotrophie (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
autotrophie | autotrophies |
autotrophie (fr) θηλυκό