backward compatible
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- backward compatible < → δείτε τις λέξεις backward και compatible
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
backward compatible (en)
- (τεχνολογία, πληροφορική) οπισθόδρομα συμβατός, ο προς τα πίσω συμβατός
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- backward compatible στην αγγλική Βικιπαίδεια