Μετάβαση στο περιεχόμενο

banane

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
banane bananes

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

banane (fr) θηλυκό



Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

banane (it)